top of page
Search
bcimedia

Στο στόχαστρο της Εφορίας Αυστραλίας και Ελλάδας οι Ελληνοαυστραλοί|BCI GREECE


Ο οικονομικός αντίκτυπος της κρίσης COVID-19 έχει γίνει αισθητός από τον επιχειρηματικό κόσμο σε παγκόσμιο επίπεδο. Οι ηγέτες προσπαθούν να αντιμετωπίσουν αποτελεσματικά ένα ευρύ φάσμα αλληλοσυνδεόμενων ζητημάτων που έχουν προκύψει ως αποτέλεσμα της κρίσης αυτής, που κυμαίνονται από τη διατήρηση των υπαλλήλων τους έως την ασφάλεια των πελατών, τη διατήρηση μετρητών και οικονομικών πόρων, τον επαναπροσανατολισμό των λειτουργιών και την κατάλληλη διαχείριση περίπλοκων κυβερνητικών προγραμμάτων στήριξης. Αυτά τα προγράμματα στήριξης που έχουν εισαχθεί από τις κυβερνήσεις, τόσο στην Αυστραλία όσο και στην Ελλάδα κοστίζουν δισεκατομμύρια δολάρια και όπως είναι επόμενο, κάποιος πρέπει να πληρώσει.

Τίποτα δεν παρέχεται δωρεάν, και το κόστος αυτό θα κληθούν να το καλύψουν οι φορολογούμενοι και των δύο χωρών κάποια στιγμή στο μέλλον όταν ανακοινωθεί ο επόμενος ομοσπονδιακός προϋπολογισμός.

ΣΤΟ ΜΙΚΡΟΣΚΟΠΙΟ ΟΙ ΚΑΤΟΙΚΟΙ ΕΞΩΤΕΡΙΚΟΥ

Την επόμενη μέρα της κρίσης του κορονοϊού, οι κυβερνήσεις θα αρχίσουν να εφαρμόζουν στρατηγικές ανάκτησης των εσόδων που απώλεσαν. Για παράδειγμα, σύμφωνα με τον ελληνικό Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας (Ν. 4174/2013), η φορολογική διοίκηση της Ελλάδας εκχωρεί έναν μοναδικό αριθμό φορολογικής ταυτοποίησης σε κάθε φορολογούμενο στην Ελλάδα ενώ οι Έλληνες υπήκοοι που διαμένουν μόνιμα και εργάζονται στην Αυστραλία πρέπει επίσης να αποκτήσουν έναν Αριθμό Φορολογικού Μητρώου (TFN). Υπό αυτές τις συνθήκες, όλοι οι Έλληνες κάτοικοι που ζουν στο εξωτερικό φορολογούνται για το παγκόσμιο εισόδημά τους, ανεξάρτητα από το εάν διαμένουν στην Ελλάδα ή την Αυστραλία ή σε άλλα μέρη του πλανήτη και το ίδιο ισχύει και για τους Ελληνοαυστραλούς που κατοικούν μόνιμα στην Ελλάδα.

Από αυτήν την άποψη, Έλληνες υπήκοοι ή Ελληνοαυστραλοί που διαμένουν σε οποιαδήποτε από τις δύο χώρες κι έχουν ακίνητα στην Αυστραλία ή την Ελλάδα που τους αποδίδουν εισόδημα ή λαμβάνουν εισόδημα από εργασία, υποχρεούνται να κοινοποιήσουν τον αριθμό φορολογικού μητρώου της Αυστραλίας (TFN) στην Ελληνική Φορολογική Αρχή ή να προσκομίσουν αντίγραφα των αποδεικτικών εγγράφων διαμονής τους για φορολογικούς σκοπούς. Είναι σαφές ότι μέσω της ρύθμισης αυτής επιδιώκουν να χτυπήσουν τη φοροδιαφυγή. Τούτου λεχθέντος, είναι σημαντικό να σημειωθεί επίσης ότι το ελληνικό Υπουργείο Οικονομικών κρατά σκληρή στάση κατά των Ελλήνων υπηκόων που ζουν στο εξωτερικό, οι οποίοι δεν αποκαλύπτουν το εισόδημα ή / και τις επενδύσεις τους στο εξωτερικό, θέση την οποία επίσης ενστερνίζεται και η Αυστραλιανή Φορολογική Υπηρεσία (ATO).

Η απόκρυψη αυτού του είδους πληροφοριών από πλευράς των φορολογουμένων δεν σημαίνει και απαλλαγή τους καθώς υπάρχει απευθείας ροή πληροφοριών μεταξύ των φορολογικών αρχών των δύο χωρών. Επιπλέον, η Ελλάδα και η Αυστραλία έχουν εξελίξει τα φορολογικά τους πρωτόκολλα με τη βοήθεια του ΟΟΣΑ (Οργανισμός Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης) και τη σύναψη ειδικής συμφωνίας για την αυτόματη ανταλλαγή πληροφοριών που αφορούν χρηματοοικονομικούς λογαριασμούς με στόχο την καταπολέμηση της φοροδιαφυγής.

Αξίζει να σημειωθεί ότι η συμφωνία προβλέπει ανταλλαγή πληροφοριών μεταξύ των αντίστοιχων φορολογικών αρχών και όχι μεταξύ των φορολογουμένων και των φορολογικών αρχών. Από την άποψη αυτή, οι φορολογούμενοι που βρίσκονται στο μικροσκόπιο οποιασδήποτε αρχής εσόδων δεν θα έχουν απολύτως καμία ιδέα για το τι συζητείται “πίσω από τις κλειστές πόρτες” γι’ αυτούς και τις φορολογικές τους υποθέσεις.

Στο πλαίσιο αυτό, η ΑΤΟ διενεργεί φορολογικούς ελέγχους τόσο σε άτομα όσο και σε επιχειρήσεις, συνεπώς όσοι Ελληνοαυστραλοί που διαμένουν μόνιμα στην Αυστραλία δεν έχουν εμφανίσει όλα τα εισοδήματά τους και / ή δεν έχουν δηλώσει τα περιουσιακά τους στοιχεία στο εξωτερικό, ενώ ως φορολογική τους κατοικία θεωρείται η Αυστραλία, θα πρέπει να προβούν σε εκούσια γνωστοποίηση των στοιχείων αυτών απευθείας στην ATO. Η παράβλεψη αυτής της υποχρέωσης μπορεί να επισύρει πολύ βαριές ποινές, έως και φυλάκιση.

ΤΟ ΑΥΣΤΗΡΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΦΟΡΟΛΟΓΙΚΗΣ ΣΥΜΜΟΡΦΩΣΗΣ 2020-2021 – COVID19

Η ATO δημοσίευσε πρόσφατα το πρόγραμμα συμμόρφωσης για το τρέχον οικονομικό έτος 2020-2021, ως συμπλήρωμα του λεπτομερούς σχεδίου συμμόρφωσης των επιχειρήσεων που κυκλοφόρησε τον Ιούνιο του 2020. Το νέο πρόγραμμα συμμόρφωσης χαρακτηρίζεται από μια άκρως επιθετική στρατηγική ελέγχου από πλευράς της ATO. Αυτό αποδεικνύεται από την προβλεπόμενη αύξηση των μέσων συμμόρφωσης, με την πρόσληψη 850 επιπλέον ελεγκτικών υπαλλήλων και την αυξανόμενης χρήση ανάλυσης δεδομένων για τον εντοπισμό των φορολογουμένων που η ATO θεωρεί ως «υψηλού κινδύνου». Μια σύντομη ματιά στο πρόγραμμα αποκαλύπτει ότι λίγοι φορολογούμενοι θα ξεφύγουν από τη «δαγκάνα» της Εφορίας.

Συγκεκριμένα: -Ο αριθμός των ατόμων που χαρακτηρίζονται ως “υψηλού κινδύνου” έχει διπλασιαστεί από πέρυσι, με έμφαση σε ακίνητα και άλλες επενδύσεις. Πάνω από 23.000 επιστροφές φόρου θα επανεξεταστούν, με αντιστοίχιση δεδομένων 8.000 επιστροφών και των στοιχείων ιδιοκτησίας και πώλησης. – Οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις θα υπόκεινται σε περισσότερες από 820 αναθεωρήσεις της εκτίμησης κινδύνου, με έμφαση στα δάνεια μετόχων, τη μη υποβολή δηλώσεων, την υποβολή εκθέσεων φόρου παροχών, τη συμμόρφωση με υποχρεωτικές πληρωμές συνταξιοδότησης και τη γενική φορολογική συμμόρφωση. -Οι μεγάλες επιχειρήσεις θα υπόκεινται σε 320 αναθεωρήσεις εκτίμησης κινδύνου πεδίου και 160 ελέγχους, καθώς και 1.500 από τις μεγαλύτερες και υψηλού κινδύνου επιστροφές χρημάτων θα επανεξετάζονται. Οι μεγαλύτερες επιχειρήσεις, με κύκλο εργασιών 100 εκατομμύρια δολάρια ή περισσότερο, θα αποτελούν αντικείμενο ειδικών ελέγχων.

– Θα διενεργηθούν περισσότεροι από 8.000 έλεγχοι ΦΠΑ, με το ήμισυ όλων των μεγάλων επιχειρήσεων να μπαίνουν στο στόχαστρο. The cash economy will be specifically targeted, with greater scrutiny in high risk industries such as construction, hotels, restaurants, clothing and textiles, fishing, business services and motor vehicle and computer retailers; and -Η κίνηση των μετρητών θα αποτελέσει αντικείμενο ιδιαίτερου ελέγχου με επίκεντρο τις βιομηχανίες υψηλού κινδύνου, όπως κατασκευές, ξενοδοχεία, εστιατόρια, είδη ένδυσης και κλωστοϋφαντουργίας, ψάρεμα, επιχειρηματικές υπηρεσίες και λιανοπωλητές αυτοκινήτων και υπολογιστών.

-Η διεθνής φοροδιαφυγή θα χτυπηθεί επίσης με την αναθεώρηση όλων των λεγόμενων φορολογικών παραδείσων υψηλού κινδύνου, ενώ η συμμόρφωση με τις τιμές μεταβίβασης θα μπει στο μικροσκόπιο μέσω 200 εκτιμήσεων κινδύνου τιμολόγησης μεταφοράς και 20 μεγάλων επιχειρηματικών ελέγχων. Μια τόσο εξαιρετικά αυστηρή στρατηγικής ελέγχου, αναμένεται να προκαλέσει συγκρούσεις ως προς το σε ποια πλευρά της λεπτής διαχωριστικής γραμμής μεταξύ του νόμιμου φορολογικού σχεδιασμού και της φοροδιαφυγής θα εμπίπτουν οι διάφορες συναλλαγές ή συμφωνίες.

Επιπλέον, η ATO θα απαιτεί από τους διευθυντές των μεσαίων και μεγάλων επιχειρήσεων να έχουν προβεί σε εύλογες έρευνες σχετικά με τα φορολογικά ζητήματα που σχετίζονται με σημαντικές συναλλαγές και τα συστήματα συμμόρφωσης.

Η ΑΝΑΓΚΗ ΣΥΝΑΨΗΣ ΣΥΜΦΩΝΙΑΣ ΔΙΠΛΗΣ ΦΟΡΟΛΟΓΙΑΣ ΜΕΤΑΞΥ ΑΥΣΤΡΑΛΙΑΣ ΚΑΙ ΕΛΛΑΔΑΣ

Ένα ζήτημα το οποίο θα πρέπει να αντιμετωπιστεί τόσο από την αυστραλιανή όσο και από την ελληνική κυβέρνηση είναι η σύναψη μιας συμφωνίας διπλής φορολόγησης μεταξύ Αυστραλίας και Ελλάδας. Αυτό προφανώς θα εξαλείψει πολλά από τα φορολογικά προβλήματα που αντιμετωπίζουν σήμερα ιδιαίτερα οι μόνιμοι κάτοικοι Αυστραλίας, λόγω της έλλειψης ρυθμίσεων.

Για παράδειγμα, εάν ένας Ελληνοαυστραλός έχει έσοδα από επενδύσεις του στην Ελλάδα, ως φορολογούμενος στην Αυστραλία υποχρεούται να υποβάλει φορολογική δήλωση για εισόδημα που κερδίζεται στην Ελλάδα ενώ επίσης υποχρεούται να υποβάλει φορολογική δήλωση και στην Ελλάδα. Ως αποτέλεσμα, ο φορολογούμενος καλείται να καταβάλει φόρο δύο φορές, (μία στην Αυστραλία και μία στην Ελλάδα) για το ίδιο εισόδημα χωρίς να λάβει πίστωση / αντιστάθμιση ξένου φόρου στην Αυστραλία για τους φόρους που καταβάλλονται στην Ελλάδα. Ωστόσο, αυτό δεν θα συνέβαινε εάν υπήρχε Σύμβαση Διπλής Φορολογίας μεταξύ Αυστραλίας και Ελλάδας.

Μένει πλέον να δούμε αν η Αυστραλία και η Ελλάδα θα εξετάσουν το ενδεχόμενο να προχωρήσουν σε τέτοιες συζητήσεις, καθώς ιδιαίτερο ενδιαφέρον για τη σύναψη μιας τέτοιας συμφωνίας παρουσιάζει η αυστραλιανή άποψη επί του θέματος. Γιατί πρέπει η Αυστραλία να συνάψει συνθήκη με την Ελλάδα και ποια θα ήταν τα οφέλη από τη σύναψη μιας τέτοιας συμφωνίας;

Προς το παρόν η Αυστραλία δεν αποτελεί σημαντικό εμπορικό και επενδυτικό εταίρο της Ελλάδας, αλλά αυτό ίσως αλλάξει. Μπορεί στο μέλλον να δούμε κάποιες σημαντικές εξελίξεις σχετικά με αυτά τα θέματα. *Ο Tony Anamourlis είναι δικηγόρος διεθνούς φορολογικού δικαίου και ακαδημαϊκός.

neoskosmos.com

14 views0 comments

Comments


bottom of page